Η ιατρική της ομοιόστασης και του στρες

Γεώργιος Π. Χρούσος*

Η καθολική και τεράστια σημασία της βιολογίας της ομοιόστασης και του στρες στην ανθρώπινη φυσιολογία και παθολογία εξηγεί γιατί όλες οι βιοϊατρικές επιστήμες αναφέρονται και θα αναφέρονται συχνά σε αυτές τις βασικές, πρωταρχικές, φυσιολογικές και παθοφυσιολογικές έννοιες. Το στρες παίζει καθοριστικό ρόλο στη ζωή μας που μπορεί να είναι ωφέλιμος, μερικές φορές σωτήριος, αλλά και βλαπτικός. Δύο είναι τα οργανικά συστήματα μέσω των οποίων το στρες βοηθάει ή βλάπτει τον οργανισμό: το σύστημα του στρες και το ανοσιακό σύστημα –συγκεκριμένα η φλεγμονώδης αντίδραση– δύο αλληλένδετα δίκτυα και προγράμματα του οργανισμού, που ενεργοποιούνται και εκτυλίσσονται μέσα στον χρόνο για να τον βοηθήσουν να υπερνικήσει τα διάφορα στρεσογόνα ερεθίσματα, με το δεύτερο να ενεργοποιείται κυρίως από βλαπτικές, συχνά ξένες, ουσίες λοιμώδεις και μη.
 
Είναι ενδιαφέρον ότι και τα δύο συστήματα λειτουργούν με ημερονύκτιο ρυθμό, που στον ημερόβιο άνθρωπο σημαίνει ενεργοποίηση του συστήματος του στρες τις πρωινές ώρες, και του ανοσιακού συστήματος τις βραδινές. Αυτό συμβαίνει διότι, κατά κανόνα, η δραστηριότητα του ανθρώπου από το βαθύ παρελθόν υπήρξε πάντα πρωινή, ενώ η ανάπαυση και ο ύπνος λάμβαναν χώρα το βράδυ και τη νύκτα. Τις ώρες της δραστηριότητας, ο οργανισμός καταναλίσκει ενέργεια και υφίσταται ιστικές βλάβες, ενώ τις βραδινές ώρες επανακτά και αποθηκεύει την ενέργεια που κατανάλωσε, και διορθώνει τις βλάβες που υπέστη τις πρωινές ώρες. Η φυσιολογικά αυξημένη πρωινή έκκριση της κορτιζόλης υποστηρίζει την εγρήγορση και την κατανάλωση ενέργειας, ενώ η ελαττωμένη παραγωγή της τις βραδινές ώρες επιτρέπει την ανάπαυση και τον ύπνο, την αποθήκευση ενέργειας, και την επιδιόρθωση των πρωινών βλαβών των ιστών. Ο ύπνος είναι απαραίτητος, κυρίως για τον εγκέφαλο, για την επεξεργασία και τακτοποίηση σκέψεων και μνημών της ημέρας και για τον καθαρισμό του εγκεφαλονωτιαίου υγρού. Για την πλειονότητα των ανθρώπων, 7-8 ώρες ύπνου το 24ωρο είναι αναγκαίες και επαρκείς. Μικρότερη διάρκεια είναι στρεσογόνος από μόνη της, και προκαλεί την επόμενη ημέρα γνωστική δυσλειτουργία και διέγερση της φλεγμονώδους αντίδρασης.

Ο εγκέφαλος του εμβρύου, του προσχολικού παιδιού και του εφήβου είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στο στρες. Ο λόγος είναι ότι στο τρίτο τρίμηνο της κύησης, στα πέντε πρώτα χρόνια της ζωής, και στην εφηβεία γίνονται μεγάλες αναπτυξιακές αλλαγές στον εγκέφαλο, που μπορούν να επηρεαστούν αρνητικά αν αυτός εκτεθεί σε ισχυρό ή παρατεταμένο στρες. Αυτές συμπεριλαμβάνουν τη ρύθμιση του συναισθήματος –λόγω βλαβών στα συστήματα του στρες και της αμοιβής– αλλά και την ανάπτυξη του μετωπιαίου λοβού του εγκεφάλου, όπου εδράζονται τα κέντρα του λόγου και των επιτελικών και εκτελεστικών λειτουργιών του ανθρώπου. Βλάβη στα κέντρα αυτά επηρεάζει αρνητικά τη συνολική διαμόρφωση του ατόμου και της συμπεριφοράς του. Η χειρότερη έκβαση είναι ο «ψυχοπαθητισμός», μια συναισθηματική αναπηρία που αφαιρεί από το άτομο τη «συναισθηματική ενσυναίσθηση», και αυτό που αποκαλούμε «συνείδηση». Περίπου 5%-6% των ανθρώπων μπορεί να πάσχουν από ψυχοπαθητισμό, με αποτέλεσμα να δημιουργούν σημαντικά προβλήματα στην οικογένεια και στην κοινωνία.

Τα στρεσογόνα ερεθίσματα ποικίλλουν και μπορεί να είναι περιορισμένης διάρκειας, δηλ. οξέα, ή παρατεταμένα, δηλ. χρόνια, και να δρουν μεμονωμένα ή/και συνδυαστικά. Ανεξαρτήτως αιτιολογίας, τα στρεσογόνα ερεθίσματα διεγείρουν το σύστημα του στρες, με σκοπό την επάνοδο της ομοιόστασης. Ευτυχώς, τα οξέα στρεσογόνα ερεθίσματα συνήθως δεν προκαλούν παθολογία, καμιά φορά όμως μπορεί να πυροδοτήσουν νοσηρά επεισόδια σε ανθρώπους που πάσχουν από ελεγχόμενες χρόνιες νόσους ή που έχουν προδιαθεσικούς παράγοντες γι’ αυτές. Αυτές συμπεριλαμβάνουν το άσθμα, το έκζεμα, την κνίδωση, την ημικρανία, τους πονοκεφάλους τάσης, τους γαστρεντερικούς πόνους, όπως και την υπέρταση, ψύχωση, καθώς και καρδιακή ανεπάρκεια, αρρυθμία, και στηθάγχη, και εγκεφαλικό επεισόδιο, τα τελευταία πιθανόν θανατηφόρα.
 
Λόγω κυρίως της υπερέκκρισης των χημικών μεσολαβητών του χρόνιου στρες, όπως η κορτιζόλη, προκαλούνται αλλαγές στον εγκέφαλο και στο σώμα, που περιληπτικά μπορούν να συνοψισθούν ως εξής:

1. Υπερλειτουργία των κέντρων του στρες, υπολειτουργία του κέντρου της αμοιβής και δυσλειτουργία του μετωπιαίου λοβού, που όλα μαζί προκαλούν δυσφορική εγρήγορση ή άγχος, δυσκολία στη σκέψη και μνήμη, και καταθλιπτική συμπτωματολογία.

2. Ελαφρά, αλλά συνεχής και μη χρήσιμη, μάλλον βλαβερή διέγερση συστηματικής φλεγμονής, που έχει ονομαστεί «παρα-φλεγμονή». Αυτή συνοδεύεται από κόπωση, υπεραλγησία, αύξηση των δεικτών φλεγμονής και οξείδωσης, όπως η C-αντιδρώσα πρωτεΐνη, καθώς και αύξηση της πηκτικότητας του αίματος.

3. Σημαντική απώλεια μυϊκής μάζας, δηλαδή σαρκοπενία, οστικής μάζας, δηλαδή οστεοπενία ή οστεοπόρωση, και αύξηση της ενδοκοιλιακής λιπώδους μάζας, δηλ. του μεταβολικά ενεργού λίπους, που έχει ονομαστεί «τοξικό», διότι προκαλεί το λεγόμενο (δυσ)μεταβολικό σύνδρομο, καθώς και τη λιπώδη διήθηση του ήπατος και των σκελετικών μυών, την άπνοια του ύπνου και άλλα προβλήματα υγείας. Εάν κάποιος μελετήσει δείκτες γήρανσης, όπως το μήκος των τελομεριδίων των χρωμοσωμάτων, θα διαπιστώσει σημαντική βιολογική επιτάχυνση του γήρατος στους χρόνια στρεσαρισμένους ανθρώπους.

Οι βιολογικές μεταβολές που λαμβάνουν χώρα στον οργανισμό μας κατά τη διάρκεια του χρόνιου στρες, εξηγούν, πέραν κάθε αμφιβολίας, τη δημιουργία των ψυχικών, ψυχοσωματικών και σωματικών νόσων, που αποτελούν τα ονομαζόμενα «χρόνια, μη μεταδιδόμενα νοσήματα», όπως το άγχος, η κατάθλιψη, η παχυσαρκία, το ως άνω μεταβολικό σύνδρομο, η υπέρταση, οι δυσλιπιδαιμίες, ο διαβήτης τύπου 2 και ο καρκίνος, που σήμερα κατατρύχουν την ανθρωπότητα, και όχι μόνο. Αυτά τα πολύ συχνά νοσήματα ευθύνονται για την πλειονότητα της νοσηρότητας και θνησιμότητας της ανθρωπότητας σήμερα. Αλλά και πέραν αυτών, το στρες αυξάνει την ευπάθεια και σε ορισμένες λοιμώξεις, όπως, στις μέρες μας, η COVID-19, και σε ορισμένους συχνούς καρκίνους, όπως του παχέος εντέρου και του μαστού. Αλλά και στα αυτοάνοσα και αλλεργικά νοσήματα, το στρες παίζει σημαντικό παθογενετικό ρόλο, ιδίως σε περιόδους αποδρομής του, όταν, φυσιολογικά, για ένα χρονικό διάστημα εβδομάδων έως μηνών απενεργοποιείται σε κάποιο βαθμό το σύστημα του στρες και ενεργοποιείται το ανοσιακό σύστημα και η φλεγμονώδης αντίδραση.
 
Σήμερα, περίπου τα δύο τρίτα των ανθρώπων στην ηλικία των 50 ετών πάσχουν από το σύνδρομο «χρόνιου στρες και φλεγμονής», με μερικές ή όλες τις παραπάνω παθολογικές εκδηλώσεις. Η λύση είναι πρόληψη και αντιστροφή των εγκατεστημένων βλαβών, και τα δύο προϊόντα λογικής σκέψης και αλλαγής της συμπεριφοράς. Περισσότερα στην τρίτη και τελευταία επιφυλλίδα.
 
Το άρθρο αποτελεί περιληπτική απόδοση του πρώτου μέρους της τριλογίας διαλέξεων για την επιστήμη και ιατρική της ομοιόστασης και του στρες, και τη συνολική διαχείριση του στρες, στη σειρά διαλέξεων για τη «Φιλοσοφική Διαχείριση του Στρες», Εργαστήριο Εφαρμοσμένης Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ, Καινοτόμο Πιλοτικό Πρόγραμμα Ταχύρρυθμης Εκπαίδευσης, Περιφέρεια Αττικής, philodimos.net.

* Ο κ. Γεώργιος Π. Χρούσος είναι ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας στο ΕΚΠΑ, διευθυντής του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Υγείας Μητέρας, Παιδιού, και Ιατρικής Ακριβείας, επικεφαλής έδρας UNESCO Εφηβικής Υγείας και Ιατρικής.

Πηγή: kathimerini.gr

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση