COVID-19, κάπνισμα και διαχείριση του στρες σε παιδιά, εφήβους και νέους

Ο SARS-CoV-2, που προκαλεί την COVID-19, προσβάλλει όχι μόνο ενηλίκους αλλά και παιδιά, εφήβους και νέους. Ομως, στις νεότερες ηλικίες η λοίμωξη είναι συνήθως ασυμπτωματική ή πολύ ελαφριά, και ελάχιστα θανατηφόρα. Αυτό συμβαίνει είτε διότι υπάρχει αντίσταση στην είσοδο και τη διαδικασία πολλαπλασιασμού του ιού, είτε διότι υπάρχει καλή ανταπόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος εναντίον του. Επιπλέον, τα παιδιά, οι έφηβοι και οι νέοι διαθέτουν καλές καρδιοπνευμονικές και ανοσιακές εφεδρείες για την αντιμετώπιση της νόσου, οι οποίες, ως γνωστόν, φθίνουν με την ηλικία. Από την άλλη μεριά, είναι δυνατόν να υπάρχουν άνθρωποι οποιασδήποτε ηλικίας που έχουν ιδιαίτερα αυξημένη ευαλωτότητα στον ιό για γενετικούς ή επιγενετικούς λόγους, κάτι που θα εξηγούσε τη σοβαρή νόσηση σε ορισμένα άτομα μικρής ηλικίας χωρίς εμφανή υποκείμενη νόσο.

Ο θάνατος από την COVID-19 προκαλείται κυρίως από καρδιοαναπνευστική ανεπάρκεια ή/και από τη λεγόμενη «κυτοκινική  καταιγίδα», μια καταστροφική, αχαλίνωτη, γενικευμένη φλεγμονή. Και τα δύο θανατηφόρα φαινόμενα είναι προϊόντα εκτεταμένης λοίμωξης και φλεγμονής, που αντίστοιχα καταστρέφει τις κυψελίδες του πνεύμονα, ή/και προκαλεί πολυ-οργανική ανεπάρκεια και κυκλοφορική καταπληξία (σοκ). Ευτυχώς, αυτού του είδους οι εκδηλώσεις είναι σχετικά σπάνιες στις νεότερες ηλικίες. Πρόσφατα, ένα πολύ σπάνιο, βαρύ φλεγμονώδες σύνδρομο, που μοιάζει με τις νόσους Kawasaki και «τοξική καταπληξία», εμφανίστηκε σε παιδιά κάτω των 12 ετών σε μια περίεργη συσχέτιση με την COVID-19, που σήμερα μελετάται με ιδιαίτερη σπουδή.

Το χρόνιο κάπνισμα, μια σοβαρή χημική και συμπεριφορική εξάρτηση που συνήθως ξεκινάει στα χρόνια της εφηβείας, προοδευτικά ελαττώνει τις καρδιοπνευμονικές εφεδρείες του οργανισμού και, κατά συνέπεια, αυξάνει την ευαλωτότητά του στη νόσο, κάτι που έγινε εμφανές με τις πρώτες κλινικές αναλύσεις της πανδημίας. Οπως όλες οι εξαρτήσεις, το χρόνιο κάπνισμα προκαλεί «νόσο» στο λεγόμενο σύστημα της αμοιβής στον εγκέφαλό μας, που εκφράζεται με χρόνια δυσφορία λόγω πτώσης στην παραγωγή ντοπαμίνης και άλλων ουσιών. Δεν θα υπήρχαμε, εάν δεν είχαμε αυτό το τόσο σημαντικό σύστημα, το οποίο μας αμείβει όταν κάνουμε κάτι θετικό και μας τιμωρεί όταν κάνουμε κάτι αρνητικό, με τελικό σκοπό την επιβίωση και αναπαραγωγή του ατόμου και του είδους.

Από την άλλη μεριά, επίσης δεν θα επιβιώναμε σαν άτομα και σαν είδος, εάν δεν διαθέταμε ένα σύστημα αρωγής για την αντιμετώπιση του στρες και την επαναφορά της ομοιόστασης σε δύσκολες καταστάσεις, το σύστημα του στρες. Είναι αξιοσημείωτο ότι εάν το σύστημα του στρες διεγερθεί για λίγο, για οποιοδήποτε λόγο, στέλνει ταυτόχρονα σήμα στο σύστημα της αμοιβής να παραγάγει ντοπαμίνη, με σκοπό να διεγείρει την αισιοδοξία και να κινητοποιήσει τον οργανισμό, έτσι ώστε να αντιδράσει κάποιος προσαρμοστικά, ανάλογα με το στρεσογόνο ερέθισμα. Προφανώς, είτε πάμε για «μάχη» είτε για «φυγή», χρειαζόμαστε αισιοδοξία και κινητοποίηση, δηλαδή υψηλή ντοπαμίνη. Είναι ενδιαφέρον, όμως, ότι εάν η διέγερση του συστήματος του στρες διαρκέσει παρατεταμένα, πέρα από κάποιο χρονικό διάστημα, το οποίο διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο, αντί να διεγείρει, καταστέλλει το σύστημα της αμοιβής και, συνεπώς, προκαλεί τη λεγόμενη «δυσφορία του χρόνιου στρες», η οποία εκφράζεται με διάφορα ψυχολογικά, ψυχοσωματικά και σωματικά συμπτώματα. Ταυτόχρονα με τη δυσφορία, το χρόνιο στρες καταστέλλει σημαντικές λειτουργίες του ανοσοποιητικού συστήματος και μας κάνει πιο ευάλωτους σε λοιμώξεις.

Η εφηβεία είναι ένα μεταβατικό στάδιο της ζωής, που για διάφορους λόγους, σε περίπου ένα τρίτο των εφήβων, συνοδεύεται από χρόνιο αίσθημα στρες και δυσφορίας. Οι τελευταίοι πιθανώς εκλαμβάνουν τη ζωή τους σαν στρεσογόνα, αισθάνονται δυσφορικοί, και αυτόματα αποζητούν τρόπους ανακούφισης. Υπάρχουν, όμως, καλοί και κακοί τρόποι αντιμετώπισης του στρες και απόκτησης ευχαρίστησης ή ανακούφισης. Οι καλοί συμπεριλαμβάνουν επικοινωνία με φίλους, επαφή με τη φύση, φυσική άσκηση, απόκτηση νέας γνώσης, πνευματικότητα, αλτρουιστικές πράξεις, επιδίωξη της τέχνης, καλά χόμπι, κ.λπ., ενώ οι κακοί εμπερικλείουν τις λεγόμενες «ριψοκίνδυνες», βλαπτικές συμπεριφορές, όπως η χρήση εθιστικών ουσιών, σαν τη νικοτίνη.

Το κάπνισμα, το άτμισμα και άλλες ριψοκίνδυνες συμπεριφορές σε ένα φυσιολογικό άτομο διεγείρουν το σύστημα του στρες και, ταυτόχρονα, το σύστημα της αμοιβής, δηλαδή αρχικά παράγουν ένα αίσθημα παροδικής ευχαρίστησης, ενώ στο χρόνια στρεσαρισμένο άτομο προκαλούν παροδική ανακούφιση. Ομως, όσο προχωράει ο χρόνος και ένα φυσιολογικό άτομο συνεχίζει να καπνίζει, το σύστημα της αμοιβής καταστέλλεται, παράγει λιγότερη ντοπαμίνη και προκαλεί παρατεταμένη δυσφορία. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και ο ψυχολογικά υγιής νέος καπνιστής που συνεχίζει να καπνίζει, σε σύντομο χρονικό διάστημα δεν θα μπορεί να διακόψει το κάπνισμα, εάν επιθυμεί να αποφύγει το αίσθημα της δυσφορίας. Σε αυτή τη φάση, ο άνθρωπος αυτός γίνεται εξαρτημένος από το στρεσογόνο ερέθισμα, σε αυτή την  περίπτωση το κάπνισμα, και αυτόματα το αποζητεί.

Δεδομένου όμως ότι το παρατεταμένο στρες πυροδοτεί αρνητικές ψυχικές και σωματικές εκδηλώσεις, οι ενήλικες και οι έφηβοι με προϋπάρχοντα ψυχολογικά νοσήματα μπορεί να εμφανίσουν προβλήματα συναισθήματος και συμπεριφοράς και ψυχοσωματικά και σωματικά συμπτώματα. Τα πρώτα περιλαμβάνουν αγχώδη και καταθλιπτικά συναισθήματα, όπως άγχος, πανικός, απόσυρση, θυμός, επιθετικότητα, βία, κ.λπ., ενώ τα δεύτερα και τρίτα μπορεί να εμφανιστούν σαν κόπωση, πόνοι, αϋπνία, εφιάλτες κ.ά. Ταυτόχρονα, η επιδίωξη της ανακούφισης από αυτό το στρες μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση ή αναζήτηση νέων συμπεριφορών εξάρτησης, όπως το κάπνισμα και το άτμισμα, με αύξηση της καρδιοπνευμονικής και ανοσιακής ευαλωτότητας στην COVID-19.

Τα πρόσφατα επιβεβλημένα, αλλά απαραίτητα περιοριστικά μέτρα, η απειλή μιας καταστροφικής λοίμωξης, και η συμπαρομαρτούσα οικονομική κρίση στην κοινωνία και στην οικογένεια, αποτελούν πολύ σημαντικούς στρεσογόνους παράγοντες για όλους μας. Γνωρίζουμε ότι το στρες και το άγχος των ενηλίκων διαχέεται στα παιδιά και, συνεπώς, σε όλη την οικογένεια. Αυτό σημαίνει ότι η διαχείριση και ο έλεγχος του στρες σε όλους αποτελούν το κλειδί για τη γαλήνη και τη σωστή λειτουργία μιας οικογένειας και κατ’ επέκταση της κοινωνίας.

Για την προστασία των παιδιών και εφήβων και όλης της οικογένειας, τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν είναι η «λογική» κοινωνική επικοινωνία εντός και εκτός της οικογένειας, η τήρηση κανονικού ημερησίου προγράμματος στον ύπνο, γεύματα, καθημερινή υγιεινή, και σωματική άσκηση, η διατήρηση επαρκούς φυσικής απόστασης από νοσούντες ή πιθανόν νοσούντες, ο περιορισμός στην «κατανάλωση» πληροφορίας, η προσφορά βοήθειας σε άλλους, και η αναζήτηση βοήθειας από επαΐοντες και ειδικούς. Φυσικά, οι μαθητές πρέπει να παρακολουθούν τακτικά το σχολικό τους πρόγραμμα και να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους. Και πάνω απ’ όλα μια συμβουλή για όλους: χρησιμοποιήστε τους καλούς τρόπους για τη διαχείριση του στρες, όχι τους κακούς!

* Ο κ. Γεώργιος Π. Χρούσος είναι ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας στο ΕΚΠΑ, διευθυντής του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Υγείας Μητέρας, Παιδιού, και Ιατρικής Ακριβείας, επικεφαλής έδρας UNESCO Εφηβικής Υγείας και Ιατρικής.

 

Πηγή: kathimerini.gr

Οκτώ Ελληνες μεταξύ των επιστημόνων με τη σημαντικότερη επιρροή παγκοσμίως

Οκτώ καθηγητές και ερευνητές του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών περιλαμβάνονται στην κατάταξη Highly Cited Researchers (h>100), της Webometrics.

Ο εν λόγω πίνακας συντάσσεται δύο φορές κάθε χρόνο, με βάση τις πληροφορίες των δημόσιων προφίλ Καθηγητών και Ερευνητών Πανεπιστημίων στο Google Scholar. Καταγράφει καθηγητές και Ερευνητές Πανεπιστημίων οι οποίοι με το συγγραφικό και ερευνητικό τους έργο έχουν ασκήσει σημαντική επιρροή στην επιστήμη διαχρονικά.

Η επικαιροποιημένη κατάταξη που δημοσιεύθηκε στις 2 Μαΐου αφορά στοιχεία που συλλέχθηκαν την τελευταία εβδομάδα του Απριλίου 2020.

Περιλαμβάνει 4,167  Highly Cited Researchers, δηλαδή ερευνητές με h-index > 100.  Με άλλα λόγια ερευνητές οι οποίοι έχουν τουλάχιστον 100 ερευνητικές εργασίες που έχουν παρατεθεί ως έγκυρη αναφορά από το λιγότερο 100 ερευνητές στις δικές τους εργασίες.

Αποτελεί ιδιαίτερη διάκριση για το ερευνητικό έργο του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και ειδικότερα για το ερευνητικό δυναμικό της Ιατρικής Σχολής  του Ιδρύματος, η συμμετοχή των οκτώ μελών ΔΕΠ και ερευνητών.

Οι οκτώ καθηγητές και ερευνητές του ΕΚΠΑ με την σημαντική ερευνητική επίδραση παγκοσμίως είναι ο καθηγητής Γεώργιος Χρούσος με h-index 190 και 152.817 ετεροαναφορές, ο καθηγητής Δημήτρης Τριχόπουλος+ με h-index 156 και 103.407 ετεροαναφορές,  η Καθηγήτρια Αντωνία Τριχοπούλου με h-index 135 και 100.600 ετεροαναφορές, ο Καθηγητής και Πρύτανης του Ιδρύματος Μελέτιος – Αθανάσιος Δημόπουλος με h-index 131 και 79.957 ετεροαναφορές, ο Καθηγητής Χριστόδουλος Στεφανάδης με h-index 114 και 69.928 ετεροαναφορές, ο Καθηγητής Γεράσιμος Φιλιππάτος με h-index 113 και 166.777 ετεροαναφορές,  ο Καθηγητής Χαράλαμπος Μουτσόπουλος με h-index 111 και 51.209 ετεροαναφορές,  και ο Καθηγητής Μαρίνος Δαλάκας με h-index 111 και 45.327 ετεροαναφορές.

Οι καθηγητές και ερευνητές του εν λόγω πίνακα,  είτε είναι εν ζωή είτε όχι, κατατάσσονται με φθίνοντα βαθμό  με αναφορά του Πανεπιστημίου στον οποίο ανήκουν. Το πρώτο κριτήριο κατάταξης είναι το h-index,  και το δεύτερο κριτήριο o συνολικός αριθμός ετερεοαναφορών.

Στην κατάταξη του 2020, όπως προαναφέραμε  εμφανίζονται 4167  ερευνητές και καθηγητές από όλο τον κόσμο. Πρώτος στον πίνακα είναι ο γνωστός Φιλόσοφος, Ψυχολόγος και  Καθηγητής του Collège de France Μισέλ Φουκώ (1926-1984) με h-index 296 και 1.026.230 ετεροαναφορές.

Πηγή: skai.gr

Η βιταμίνη D στην εποχή του κορωνοϊού και όχι μόνον

Γεώργιος Π. Χρούσος*

Γνωρίζοντας τις πολλαπλές δράσεις της βιταμίνης D στο ανοσοποιητικό μας σύστημα και τη φλεγμονή, καθώς και τον πιθανό προστατευτικό ρόλο που φαίνεται να έχει στις χειμερινές πνευμονικές λοιμώξεις, όπως η γρίπη, και σε αλλεργικά και αυτοάνοσα νοσήματα, όπως αντίστοιχα το άσθμα και η σκλήρυνση κατά πλάκας, θεώρησα ότι είναι σημαντικό να επιστήσω την προσοχή μας σε πιθανή θωράκιση της υγείας μας από τον SARS-CoV-2 από αυτή την αρχέγονη βιταμίνη.

H βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή στερόλη που κυκλοφορεί στη φύση και ευρίσκεται στα φυτά ως D2 και στα ζώα ως D3. Παίζει σημαντικό ρόλο σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς, ρυθμίζοντας τη λειτουργία πολλών από τα γονίδιά τους. Ανήκει στις λεγόμενες πυρηνικές ορμόνες, που έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην εξέλιξη της ζωής. Η βιταμίνη D, όπως και άλλες πυρηνικές ορμόνες, π.χ., η κορτιζόλη, τα ανδρογόνα και τα οιστρογόνα, επηρεάζει την λειτουργία πάνω από 5% του ανθρώπινου γονιδιώματος των περίπου 44.000 γονιδίων, ήτοι πάνω από 2.200 γονίδια. Είναι ενδιαφέρον ότι οι πολλές αλλαγές που παρατηρήθηκαν δεν ήταν δραματικές, και αυτό ίσως εξηγεί γιατί σε μελέτες θεραπείας με βιταμίνη D, οι κλασικοί μεμονωμένοι βιο-δείκτες διαφόρων νόσων επίσης δεν δείχνουν δραματικές αλλαγές. Δηλαδή, η αναπλήρωση της βιταμίνης D για τη διατήρηση φυσιολογικών επιπέδων επηρεάζει πάρα πολλούς παράγοντες, αλλά από λίγο.

Μάθαμε ότι η βιταμίνη D υπάρχει και είναι σημαντική για την υγεία, με την πρώτη θεραπεία της ραχίτιδας το 1922, και, αργότερα, της οστεομαλάκυνσης στους ενηλίκους. Η σημασία της βιταμίνης D στον μεταβολισμό και στην υγεία των οστών είναι αδιαμφισβήτητη. Αλλά η πλειάδα των γονιδίων που επηρεάζει ξεπερνά κατά πολύ τα γονίδια που έχουν να κάνουν με τα οστά. Πράγματι, επηρεάζει και γονίδια που εμπλέκονται στον γενικό μεταβολισμό, καθώς και στη λειτουργία του κεντρικού νευρικού, καρδιαγγειακού, και ανοσοποιητικού συστήματος, μεταξύ άλλων. Δεν υπάρχει ιστός στο σώμα μας που να μην έχει υποδοχείς για τη βιταμίνη D και η πολυσχιδής δράση της σε όλα τα συστήματα του οργανισμού επαληθεύεται και από την επίδρασή της στο πρωτέωμα του ανθρώπινου πλάσματος. Ομαλοποίηση των επιπέδων βιταμίνης D ασθενών με υποβιταμίνωση D οδήγησε σε αλλαγές των επιπέδων σε περίπου 400 από τις πάνω από 4.000 πρωτεΐνες που φυσιολογικά ανιχνεύονται στην κυκλοφορία. Εχουν δημοσιευθεί πολλές μελέτες που δείχνουν ότι χαμηλά επίπεδα 25-υδροξυ-βιταμίνης D στο αίμα, δηλαδή η υποβιταμίνωση D, σχετίζονται με σοβαρές παθολογίες έξω από το σκελετικό σύστημα: Αυτές συμπεριλαμβάνουν όλα τα λεγόμενα «χρόνια μη μεταδιδόμενα νοσήματα», δηλαδή παχυσαρκία, αντίσταση στην ινσουλίνη, δυσανοχή στην γλυκόζη, διαβήτη τύπου 2, δυσλιπιδαιμία, υπέρταση, καρδιαγγειακή νόσο, αυτο-άνοσες και αλλεργικές παθήσεις, κατάθλιψη, καθώς και ορισμένες λοιμώξεις και καρκίνοι. Υποβιταμίνωση D στην έγκυο επίσης σχετίζεται με επιπλοκές της κύησης και της γέννησης, όπως διαβήτης και υπερτασικές εκδηλώσεις της κύησης, πρόωρος τοκετός, επιπλοκές του τοκετού και πιθανά προβλήματα με το βρέφος και το παιδί.

Η βιταμίνη D επηρεάζει τη φυσική και ειδική ανοσία του οργανισμού και αυξάνει την προστατευτική λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος στους πνεύμονες και άλλα όργανα από τη φλεγμονή, καταστέλλοντας κυρίως την κυτταρική ανοσία. Στη νόσο COVID-19 δεν έχουν ακόμα δημοσιευθεί δεδομένα που να συσχετίζουν την υποβιταμίνωση D με τη νόσο και τις εκδηλώσεις της, όμως, μελέτες έχουν ήδη αρχίσει. Σημειωτέον, πολλές πνευμονικές λοιμώξεις λαμβάνουν χώρα τον χειμώνα, όταν τα επίπεδα της βιταμίνης D είναι φυσιολογικά πιο χαμηλά από το καλοκαίρι, ενώ αυτές αυξάνονται προοδευτικά με την ηλικία, αντιστρόφως ανάλογα από τα επίπεδα της βιταμίνης, τα οποία ελαττώνονται με τα χρόνια λόγω προϊούσας κακής απορρόφησης της βιταμίνης από το γαστρεντερικό σύστημα. Επιπλέον, οι εποχιακές πνευμονικές λοιμώξεις αυξάνονται αντιστρόφως ανάλογα με τον βαθμό της παχυσαρκίας, όπως αυτή εκφράζεται με τον δείκτη μάζας σώματος (BMI). Μεγάλη προοπτική μελέτη στην Ιρλανδία δείχνει ελάττωση των χειμερινών πνευμονικών λοιμώξεων, όπως η γρίπη, σε ηλικιωμένους που λαμβάνουν βιταμίνη D. Oι παραπάνω συσχετίσεις προφανώς δεν σηματοδοτούν αιτιακή σχέση, όμως, χωρίς αμφιβολία, χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D είναι προάγγελος κακών συμβαμάτων στην υγεία μας.

Η βιταμίνη D προσλαμβάνεται με την τροφή και αποθηκεύεται στο λίπος ως πρόδρομος ανενεργός ουσία ή προβιταμίνη, ή ήδη ενεργοποιημένη από ζωικές τροφές. Για να γίνει πλήρως δραστική, η προβιταμίνη ενεργοποιείται στο δέρμα χρησιμοποιώντας ενέργεια που προσλαμβάνεται από την υπεριώδη ακτινοβολία Β του ήλιου (UVB). Στη συνέχεια, μεταβαίνει στο ήπαρ, όπου υδροξυλιώνεται στη θέση 25 και γίνεται 25-υδροξυ-βιταμίνη D, και κυκλοφορεί στο αίμα, όπου και τη μετράμε ως βιο-δείκτη έλλειψης, ανεπάρκειας ή επάρκειας βιταμίνης D. Aπό τις δύο μορφές της βιταμίνης D3 ή D2, η πρώτη έχει καλύτερη βιοδιαθεσιμότητα στον οργανισμό μας από τη δεύτερη, και γι’ αυτό η θεραπεία συνήθως γίνεται με βιταμίνη D3.

Στην πατρίδα μας, τα υπάρχοντα δεδομένα δείχνουν ξεκάθαρα ότι πάνω από 50% των κατοίκων όλων των ηλικιών πάσχουν από υποβιταμίνωση D. Γνωρίζουμε από πρόσφατη τυχαιοποιημένη μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ότι η πρόσληψη βιταμίνης D στην πατρίδα μας είναι πολύ χαμηλή, κατά μέσον όρο το 1/7 της απαιτούμενης. Συνεπώς, παρά την αφθονία ηλιακού φωτός που διαθέτουμε, ακόμα και αν κάποιος εκτίθεται στον ήλιο τουλάχιστον 20-30 λεπτά την ημέρα, όπως είναι η γενική σύσταση, η ανεπαρκής πρόσληψη της προβιταμίνης και βιταμίνης D από τις τροφές προδιαθέτει σε υποβιταμίνωση.

Ο καιρός καλυτερεύει, τα εμβόλια κατά του SARS-CoV-2 είναι καθ’ οδόν, τα φάρμακα και άλλες θεραπείες για τη νόσο όλο και βελτιώνονται, ενώ ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν αποκτήσει ανοσία αυξάνεται παγκόσμια. Ανεξαρτήτως των παραπάνω, όμως, η επαρκής πρόσληψη βιταμίνης D είναι, κατά τη γνώμη μου, μια σοφή προληπτική πράξη, δεδομένου ότι είναι ένας πολύ εύκολος τρόπος για να προστατευθούμε από μία πλειάδα νόσων, πιθανόν συμπεριλαμβανομένης και της νόσου COVID-19. Η ελληνική παροιμία «φύλαγε τα ρούχα σου για να έχεις τα μισά» σίγουρα ισχύει στην περίπτωση της βιταμίνης D.

* Ο Γεώργιος Π. Χρούσος είναι ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας στο ΕΚΠΑ, διευθυντής του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Υγείας Μητέρας, Παιδιού, και Ιατρικής Ακριβείας. Επικεφαλής έδρας UNESCO Εφηβικής Υγείας και Ιατρικής.

 

Πηγή: kathimerini.gr

Θεραπεία για τις… ασθένειες του ΕΣΥ

Δημιουργήθηκε για να εξασφαλίσει την ισότιμη πρόσβαση των πολιτών στις δομές υγείας και την άσκηση ιατρικής που θα καθορίζεται από όσα χρειάζονται για την περίθαλψη του ασθενούς, όχι από την οικονομική του κατάσταση. Από το ξεκίνημά του, τα εμπόδια ήταν πολλά. Ο Παρασκευάς Αυγερινός, πρώην υπουργός Υγείας και κύριος εισηγητής του ιστορικού νόμου 1397 με τον οποίο θεσμοθετήθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας το 1983, αποκαλύπτει στο βιβλίο του «Η αλλαγή τελείωσε νωρίς» (Εστία, 2013) τις μάχες που έδωσε για να ψηφιστεί ο νόμος και τις αντιδράσεις που αντιμετώπισε ακόμη και από «συντρόφους» του στο ΠΑΣΟΚ.

«Η εφαρμογή ενός διαρθρωμένου ΕΣΥ συγκρούεται αναπόφευκτα με εγκατεστημένα συμφέροντα, που προσπαθούν να αποτρέψουν ριζοσπαστικές και ανθρωποκεντρικές παρεμβάσεις», γράφει.

Τριάντα επτά χρόνια μετά, η χώρα διαθέτει ένα δίκτυο σύγχρονων νοσοκομείων, εξειδικευμένων μονάδων και υπηρεσιών με υψηλού επιπέδου επιστημονικό, νοσηλευτικό, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό. Ομως, παρά τις νομοθετικές και διαρθρωτικές παρεμβάσεις που κατά καιρούς έγιναν, εξακολουθεί να εμφανίζει σοβαρά προβλήματα – στην οργάνωση, στη λειτουργία και, εντέλει, στην αποτελεσματικότητά του. Στη διάρκεια της δεκαετούς κρίσης, στα θεσμικά «κουσούρια» του ΕΣΥ (κομματική λογική, οργανωτική ανεπάρκεια, απουσία μηχανισμών ελέγχου, έλλειψη αξιολόγησης στελεχών) προστέθηκε η οικονομική δυσπραγία (υποχρηματοδότηση, ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό, φάρμακα και αναλώσιμα).

Κι έπειτα ενέσκηψε ο κορωνοϊός. Το ΕΣΥ άντεξε την πίεση, οι άνθρωποί του είναι πλέον οι «ήρωες πίσω από τις μάσκες». «Η ανταμοιβή τους είναι αξιακή μας υποχρέωση», δήλωσε την περασμένη Κυριακή στην «Κ» ο υπουργός Υγείας, Βασίλης Κικίλιας. «Με απόφαση του πρωθυπουργού, έχουν λάβει έκτακτη οικονομική ενίσχυση, ενώ μελετώνται και άλλοι τρόποι επιβράβευσής τους». Μια έκτακτη οικονομική ενίσχυση είναι κάτι – το ελάχιστο που οφείλει η πολιτεία σε όσους ξεπέρασαν τον εαυτό τους και τις αντοχές τους για να προσφέρουν σε αυτόν τον «πόλεμο». Ομως η πρόκληση είναι άλλη: να χτυπηθεί η παθογένεια του ΕΣΥ –η οποία δεν μπόρεσε να θεραπευθεί μέσα από τις μεταρρυθμίσεις που επιχειρήθηκαν μέχρι σήμερα– στον πυρήνα της. Ωστε να είναι το ΕΣΥ έτοιμο να αντιμετωπίσει όχι μόνον το πιθανό δεύτερο κύμα της COVID-19 ή την επόμενη πανδημία, αλλά να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ελληνικού λαού, όπως οφείλει, τις επόμενες δεκαετίες.

Ζητήσαμε από τέσσερις ανθρώπους που το γνωρίζουν καλά να μας πουν τι θα άλλαζαν. Την ανάγκη να υπάρξει «ανανέωση του προσωπικού, ώστε να εμπλουτιστεί με νεότερες γενιές, που θα συνεισφέρουν σε γνώση και τεχνογνωσία», τονίζει η Αναστασία Κοτανίδου, καθηγήτρια Πνευμονολογίας – Εντατικής Θεραπείας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ. Για «ανακατανομή πόρων και δυνατοτήτων» κάνει λόγο ο Βασίλειος Μπέκος, διευθυντής Μονάδας Εντατικής Θεραπείας στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών και στη Βιοκλινική Αθηνών. «Ανθρωπισμός, δικαιοσύνη, οικονομία, ετοιμότητα, όλα να εξυπηρετούνται από ένα σύστημα υγείας που θα λειτουργεί σαν δίχτυ ασφαλείας για όλους, ειδικά τους πιο ευάλωτους», λέει ο Γεώργιος Χρούσος, ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας στο ΕΚΠΑ. «Το πρόβλημα δεν είναι εύκολο», αναγνωρίζει ο πρώην υπουργός Υγείας Αλέκος Παπαδόπουλος, «αλλά τώρα πια πρέπει να επιλυθεί. Με βάση τις σημερινές ανάγκες και όχι με τις αναμνήσεις, τις φοβίες και τις εμμονές της γενιάς μας, που ακόμη μας κατατρύχουν».

Αλέκος Παπαδόπουλος*: Να αλλάξει το παρωχημένο οργανωτικό

Πέρασαν τριάντα έξι χρόνια από την ίδρυση του ΕΣΥ και είκοσι από το σχετικά σύντομο πέρασμά μου από το υπουργείο Υγείας. Παρακολουθώντας τις εξελίξεις στον χώρο της υγείας από ψύχραιμη απόσταση, καταλήγω στα εξής:

Εγιναν πολλές βελτιώσεις στο σύστημα, κυρίως στις κτιριακές υποδομές και στην προμήθεια σύγχρονου ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού. Μπορεί να διακρίνει κανείς και άλλες σημαντικές βελτιώσεις και σοβαρές προσπάθειες από όλες τις κυβερνήσεις. Παρ’ όλα αυτά, το ΕΣΥ δεν προχώρησε και δεν προσαρμόστηκε.

Το κυριότερο πρόβλημα του τομέα υγείας στη χώρα μας είναι το παρωχημένο οργανωτικό. Αυτό προέκυψε από την έλλειψη σαφούς φιλοσοφίας και ενός πνεύματος που να καθοδηγεί τον αέναο εκσυγχρονισμό του συστήματος. Ενα πνεύμα που θα διέλυε τις καθηλωτικές μεταπολιτευτικές εμμονές και τα φωλιασμένα στερεότυπα που γεννήθηκαν σε άλλες πολιτικές και κοινωνικές ατμόσφαιρες.

Η ανασυγκρότηση του ΕΣΥ πρέπει να αρχίσει και να ολοκληρωθεί το συντομότερο. Οι δημογραφικές εξελίξεις τα αμέσως επόμενα χρόνια θα ασκήσουν μεγαλύτερη πίεση στα συστήματα υγείας από ό,τι στα συστήματα συντάξεων. Τότε θα χρειαστεί σημαντική αύξηση των κρατικών δαπανών για την υγεία. Ας μην αυτοπαρηγορούμαστε λόγω κορωνοϊού. Η όποια αύξηση κρατικών δαπανών για την υγεία, με το σημερινό σύστημα, δεν πρόκειται να οδηγήσει σε κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα βελτίωσης των παρεχομένων υπηρεσιών. Ενώ, αντίθετα, μια εκ βάθρων ανασυγκρότηση του συστήματος μπορεί να οδηγήσει σε θεαματικές βελτιώσεις απόδοσης, με σχεδόν τα ίδια επίπεδα χρηματοδότησης.

10 απαραίτητες τομές

Εντελώς ενδεικτικά θα έπρεπε:

• Να υιοθετηθεί αρχή ότι τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου είναι σε ένα βαθμό κατάλληλα για την άσκηση εποπτείας ή αναδιανεμητικών λειτουργιών αλλά όχι παραγωγικών διαδικασιών.

• Να ενισχυθεί ο εποπτικός και επιτελικός ρόλος του υπουργείου Υγείας με στόχο τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας, τη θέσπιση αυστηρών μηχανισμών εποπτείας και πιστοποιήσεων των προσφερομένων υπηρεσιών από κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς. Αυτό απαιτεί ένα σύγχρονο, ολιγομελές υπουργείο για την παραγωγή μόνο πολιτικών υγείας (policies) με περίπου 200 εξειδικευμένους υπαλλήλους και μόνο περίπου 20 κλασικούς διοικητικούς υπαλλήλους, όπως συμβαίνει σήμερα παντού.

• Για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των κρατικών νοσοκομείων να μετατραπούν σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με εγκατάσταση σύγχρονων λογιστηρίων, συστημάτων διοικητικής πληροφόρησης και εταιρικής διακυβέρνησης. Να επανέλθουν, αντί των σημερινών Δ.Σ., συμβούλια διοίκησης με μέλη μέσα από τα στελέχη των νοσοκομειακών ιδρυμάτων και επιλογές πραγματικών μάνατζερ και όχι εμβαπτισμένων.

• Να δημιουργηθούν ισχυρές περιφερειακές διοικήσεις υγείας.

• Να καθιερωθεί νέο σύστημα αξιοπρεπών αμοιβών με κριτήρια απόδοσης.

• Να καταργηθούν τα κρατικά τιμολόγια για τα νοσήλια και να γίνει πλήρης εφαρμογή πληρωμών με βάση τα DRGs.

• Οι προσωπικοί γιατροί να λειτουργούν ως gate keepers και η πρόσβαση των ασθενών στις υπηρεσίες υγείας να γίνεται μέσω ηλεκτρονικού συστήματος ιατρικών επισκέψεων.

• Να αυξηθούν οι μονάδες αυξημένης φροντίδας με αντίστοιχο περιορισμό πλεοναζουσών κλινών διαφόρων κλινικών.

• Να καταργηθεί το πολυδιευθυντικό σύστημα και να επανέλθουν οι βαθμίδες υποδιευθυντών και επιμελητών.

• Να δημιουργηθούν Συμπράξεις Δημοσίου – Ιδιωτικού Τομέα Υγείας ανάμεσα στον ΕΟΠΥΥ, στον ιδιωτικό τομέα υγείας και στην ασφαλιστική αγορά, με προσαρμογή του αντίστοιχου γαλλικού μοντέλου. Το πρόβλημα δεν είναι εύκολο, αλλά τώρα πια πρέπει να επιλυθεί. Με βάση τις σημερινές ανάγκες και όχι με τις αναμνήσεις, τις φοβίες και τις εμμονές της γενιάς μας, που ακόμη μας κατατρύχουν. Απαιτούνται όμως μεγάλες πειθαρχίες στον σχεδιασμό και στα προγράμματα και υποπρογράμματα εφαρμογής της μεταρρύθμισης. Με μέθοδο και ικανότητα μετασχηματισμού των αντιθέσεων και των αντιφάσεων που υπάρχουν στο σημερινό σύστημα. Χωρίς ανώφελους επικοινωνισμούς γι’ αυτούς που θα την επιχειρήσουν, γιατί όταν προσπαθείς να κερδίσεις τις εντυπώσεις, χάνεις τις υποθέσεις.

* Ο κ. Αλέκος Παπαδόπουλος έχει διατελέσει υπουργός Υγείας, Εσωτερικών και Οικονομικών.

Αναστασία Κοτανίδου*: Αντιμετώπιση της «γήρανσης» του υγειονομικού προσωπικού

Ο σκοπός ενός συστήματος υγείας είναι η αντιμετώπιση των αναγκών υγείας και φροντίδας του πληθυσμού σε όλο το φάσμα της φροντίδας. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα νοσοκομεία του ΕΣΥ είναι οι μεγάλες ελλείψεις σε μη ιατρικό προσωπικό, και κυρίως σε νοσηλευτές.

Πολλά τμήματα λειτουργούν με νοσηλευτικό προσωπικό κάτω από τα όρια ασφαλείας, ενώ άλλα, μεταξύ των οποίων και ορισμένα ιδιαίτερα σημαντικά, όπως μονάδες εντατικής θεραπείας, δεν λειτουργούν καθόλου λόγω έλλειψης προσωπικού. Στους γιατρούς, είναι απαραίτητη η εφαρμογή του θεσμού της «πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης» μόνο στους διευθυντές-συντονιστές με βελτιωμένες αποδοχές και με δυνατότητα παροχής αμειβόμενου ιδιωτικού έργου εντός του νοσοκομείου.

Για τους υπόλοιπους γιατρούς, να παρέχεται η δυνατότητα πλήρους αλλά όχι αποκλειστικής απασχόλησης, για να μπορούν να απασχολούνται σε δύο ή περισσότερα νοσοκομεία με βάση επιμέρους συμβόλαια εργασίας.

Το θέμα της «γήρανσης» του υγειονομικού πληθυσμού είναι επίσης σε προτεραιότητα, διότι η μαζική έξοδος του διευθυντικού δυναμικού σώματος των γιατρών του ΕΣΥ, σε συνδυασμό με τη μετανάστευση των νέων γιατρών, έχουν ως αποτέλεσμα ένα στρώμα γιατρών μέσα στο ΕΣΥ το οποίο βρίσκεται σε ακραία επαγγελματική κόπωση. Δηλαδή δεν υπάρχει μηχανισμός ανανέωσης του προσωπικού ώστε να εμπλουτιστεί με νεότερες γενιές, που δεν «θα βγάλουν απλώς τη δουλειά», αλλά θα συνεισφέρουν σε νέα γνώση και τεχνογνωσία.

Ιδού μερικές ακόμη παρεμβάσεις και αλλαγές, που είναι απολύτως απαραίτητες:

• Αποτελεσματικότερη διαχείριση των περιστατικών εντός του νοσοκομείου και μείωση των άσκοπων εισαγωγών από περιστατικά που μπορούν να αντιμετωπιστούν σε πρωτοβάθμιο επίπεδο.

• Ανάπτυξη εναλλακτικών δομών νοσηλείας, όπως για παράδειγμα οι μετανοσοκομειακές υπηρεσίες και η κατ’ οίκον νοσηλεία.

• Μηχανισμοί αξιολόγησης, ελέγχου και ποιότητας σε όλα τα επίπεδα του ΕΣΥ.

• Ενίσχυση και αναβάθμιση του νοσηλευτικού δυναμικού με νέα προγράμματα σπουδών και βελτιωμένες αποδοχές.

• Αμεση ανάπτυξη ειδικών μονάδων όπως οι μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) και οι μονάδες αυξημένης φροντίδας (ΜΑΦ).

• Δυνατότητα απογευματινών ιατρείων και για τους γιατρούς των ΜΕΘ.

• Δυνατότητα στους γιατρούς των ΜΕΘ για εξάσκηση της βασικής τους ειδικότητας για συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, προς αποφυγήν του burnout.

• Ανάπτυξη στοχευμένων προγραμμάτων διά βίου εκπαίδευσης για όλα τα στελέχη των μονάδων του ΕΣΥ.

• Υιοθέτηση ενός εξωτερικού συστήματος διασφάλισης της ποιότητας, που θα εξασφαλίζει ότι οι υποδομές ικανοποιούν τις απαιτήσεις και τα διεθνή πρότυπα λειτουργίας.

• Δημιουργία ειδικής επιτροπής για τον καθορισμό των προδιαγραφών παροχής υπηρεσιών και λειτουργίας, των αναγκών πληροφόρησης και των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων για τα νοσοκομεία και την προώθηση της κουλτούρας συμμόρφωσης με τη διαδικασία διαπίστευσης.

• Εγκαθίδρυση συστήματος ελέγχου μέσω της καταγραφής και παρακολούθησης των δεικτών ποιότητας, όπως η ενδονοσοκομειακή θνητότητα, τα ποσοστά επιπλοκών και τα ποσοστά επανεισαγωγών εντός 30 ημερών, στο πλαίσιο του συστήματος του υπουργείου Υγείας.

• Δίκτυο νοσοκομείων (hospital network) με προγραμματικές συμφωνίες μεταξύ νοσοκομείων και κοινό, ενδεχομένως, μάνατζμεντ.

• Μετατροπή των νοσοκομείων σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου και υπαγωγή τους ως θυγατρικών σχημάτων στις υγειονομικές περιφέρειες (ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου) ανά ΥΠΕ. Η νέα νομική μορφή των κρατικών νοσοκομείων θα δώσει τη δυνατότητα να υπερβούν τις αγκυλώσεις του ενιαίου μισθολογίου του Δημοσίου και να θεσπίσουν κίνητρα οικονομικής και κλινικής αποδοτικότητας, τα οποία θα διαφοροποιήσουν τις αμοιβές των γιατρών, των νοσηλευτών και των διοικητικών υπαλλήλων, με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας.

• Ψηφιοποίηση – έλεγχος – παρακολούθηση του παραγόμενου έργου.

• Ελεγχος – τιμολόγηση παρεχομένων υπηρεσιών σε πραγματικό χρόνο.

• Δημιουργία ειδικών κέντρων μετανοσοκομειακής φροντίδας με Συμπράξεις Δημοσίου – Ιδιωτικού Τομέα για αποσυμφόρηση ΜΕΘ και ορόφων, μείωση κόστους νοσηλείας και καλύτερες συνθήκες αποκατάστασης των ασθενών.

* Η κ. Αναστασία Κοτανίδου είναι καθηγήτρια Πνευμονολογίας – Εντατικής Θεραπείας στην Α΄ Πανεπιστημιακή Κλινική Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας.

Γεώργιος Π. Χρούσος*: Κλινική αριστεία με δείκτες απόδοσης


Στη διάρκεια της δεκαετούς κρίσης, στα θεσμικά «κουσούρια» του ΕΣΥ (κομματική λογική, οργανωτική ανεπάρκεια, απουσία μηχανισμών ελέγχου, έλλειψη αξιολόγησης στελεχών) προστέθηκε η οικονομική δυσπραγία (υποχρηματοδότηση, ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό, φάρμακα και αναλώσιμα). INTIME NEWS

Η σοφή ρήση ουδέν κακόν αμιγές καλού ταιριάζει στη σημερινή κατάσταση της χώρας, όπως και σε κάθε κρίση. Η πανδημία του SARS-CoV-2 έχει κόστος για την πατρίδα μας, αλλά και πιθανά παράπλευρα οφέλη. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας βρέθηκε άξιος αρωγός στην προσπάθεια του κράτους να διαχειριστεί την κρίση και θα ωφεληθεί από αυτή για το καλό όλων.

Η ίδρυση και λειτουργία του ελληνικού ΕΣΥ ήταν ένα τεράστιο βήμα μπροστά, από πολλές πλευρές. Για περίπου δύο δεκαετίες έζησα μέσα σε αυτό και είχα την ευκαιρία να το εκτιμήσω εκ των έσω, και πριν και μετά την οικονομική κρίση. Είχα την τύχη να υπηρετήσω σε ένα από τα καλύτερα κομμάτια του, το Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία». Προβλήματα υπήρχαν και επιτάθηκαν με την οικονομική κρίση, όπως σε όλο το ΕΣΥ, και είναι γνωστά, με κύρια την υποχρηματοδότηση, υποστελέχωση και ανισοκατανομή προσωπικού και πόρων, κακά που μπορούν να διορθωθούν. Από την άλλη μεριά, όμως, πολλά καλά συνέβησαν, όπως μηχανογράφηση, δικτύωση, έλεγχος των εξόδων, προσθήκη σύγχρονων ειδικών μονάδων, ανακαινίσεις, εξοπλισμοί. Θα ήθελα να δώσω συνοπτικά μερικές ιδέες για τη βελτίωση της λειτουργίας του ΕΣΥ, σύμφωνα με τις εμπειρίες μου εκτός και εντός του συστήματος.

Η αποστολή του ΕΣΥ είναι η παροχή άριστων υπηρεσιών υγείας στους κατοίκους της χώρας και αυτό μπορεί να επιτευχθεί με χρηστή οικονομική, διοικητική και νομική διαχείριση, αξιοποίηση νέων τεχνολογιών αιχμής, θέσπιση εξειδικευμένων πρωτοκόλλων παροχής φροντίδας για όλους τους ειδικούς πληθυσμούς, και για την εμπέδωση της κλινικής αριστείας. Το κράτος παρέχει την απαιτούμενη οικονομική υποστήριξη και ασκεί δίκαιη και εμπεριστατωμένη μακρο –και όχι μικρο– διαχείριση. Πολλές από τις βελτιώσεις που προτείνονται παρακάτω έχουν μικρό ή μηδενικό κόστος:

Βελτιωμένη μηχανογράφηση εξόδων – εσόδων, εφαρμογή ορκωτού ελέγχου, αξιοποίηση έμπειρων στελεχών του χώρου ως συμβούλων, που επιλέγονται με βάση την αριστεία. Πλήρης, λεπτομερής καταγραφή και περιοδική αξιολόγηση του προσωπικού και εναργέστερη θέσπιση νομικού πλαισίου αστικών, διοικητικών ή/και ποινικών ευθυνών, συμπεριλαμβανομένης της σύγκρουσης συμφερόντων ως στοιχείου που δικαιούται να γνωρίζει ο/η ασθενής.

Πληρέστερη εφαρμογή της τηλεϊατρικής, ιδίως για κατοίκους ορεινών περιοχών και νησιών, με έμφαση στη συμβουλευτική και προληπτική ιατρική και μακροχρόνια παρακολούθηση ασθενών. Τακτική εκπαίδευση φοιτητών ιατρικής και νοσηλευτικής, καθώς και ιατρών και άλλων φροντιστών υγείας, σε ασύγχρονα περιβάλλοντα και τρισδιάστατα μοντέλα. Εκσυγχρονισμός των ιατρικών αρχείων των νοσοκομείων με ψηφιοποίηση των ιατρικών φακέλων με την αρωγή ειδικών μεθόδων πληροφορικής της υγείας, και με τη δημιουργία εθνικών αρχείων ασθενειών με βάση τον κανονισμό για την προστασία προσωπικών δεδομένων.

Θέσπιση εξειδικευμένων πρωτοκόλλων παροχής φροντίδας για ειδικούς πληθυσμούς, όπως έφηβοι, ηλικιωμένοι (αντιμετώπιση πολυφαρμακίας, θέσπιση εξειδίκευσης στη γηριατρική), γυναίκες κάθε ηλικίας, άτομα με κινητική ή άλλου είδους αναπηρία, ξενόγλωσσοι, αλλοδαποί, πρόσφυγες, μετανάστες (π.χ. ανάγκη διαπολιτισμικού μεσολαβητή και διερμηνέα) και αύξηση των μονάδων οδοντιατρικής για καλή και οικονομική εξυπηρέτηση για τους πιο ευάλωτους. Προσανατολισμός των ιατρικών πράξεων με βάση τα αξιακά και μεταφυσικά πιστεύω του κάθε ασθενούς.

Εμπέδωση κλινικής αριστείας με δημιουργία κέντρων αναφοράς με ενιαία βάση δεδομένων, ίδρυση ερευνητικού νοσοκομειακού ιδρύματος στα πρότυπα του κλινικού κέντρου των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ, για τη διεξαγωγή πειραματικών κλινικών μελετών. Πιστοποίηση όλων των εργαστηριακών μονάδων από την κατάλληλη Αρχή, εξορθολογισμός των παρακλινικών εξετάσεων και κατανόηση της οικονομετρικής διάστασης των ιατρικών πράξεων με κατάλληλη εκπαίδευση και έλεγχο. Ορισμός διευθυντών εκπαιδευτικών προγραμμάτων με βάση συγκεκριμένο γνωσιολόγιο, καθηκοντολόγιο και βιβλίο καταγραφής ιατρικών πράξεων και δεξιοτήτων, και εκπαίδευση σε πλέον του ενός κέντρα, με βάση τις εκπαιδευτικές ανάγκες. Αξιολόγηση κλινικής αριστείας με δείκτες απόδοσης που θα δημοσιοποιούνται στο Διαδίκτυο. Αγαστή και στενή συνεργασία του ΕΣΥ με τα πανεπιστήμια της χώρας, εκ των ων ουκ άνευ για την υψηλού επιπέδου λειτουργία του.

Τέλος, προετοιμασία για ετοιμότητα σε περίπτωση εκτάκτων αναγκών (επιδημίες, φυσικές καταστροφές κ.λπ.), με κατάρτιση ειδικών εθνικών σχεδίων δράσης και τακτικές ασκήσεις ελέγχου ετοιμότητας.

* Ο κ. Γεώργιος Π. Χρούσος είναι ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας στο ΕΚΠΑ, διευθυντής του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Υγείας Μητέρας, Παιδιού, και Ιατρικής Ακριβείας. Επικεφαλής έδρας UNESCO Εφηβικής Υγείας και Ιατρικής.

Βασίλειος Μπέκος*: Καθηκοντολόγιο και αξιολόγηση

Η κατάχρηση μιας λέξης προκαλεί τη σημειολογική φθορά της, όπως έγινε με την «αλλαγή». Κάθε «αλλαγή» του ΕΣΥ προϋποθέτει επιθυμία και πίστη σε αυτό. Διότι η αληθινή επιθυμία βελτίωσης της παρούσας κατάστασης είναι «σπίθα» που θα πυροδοτήσει μια σειρά αλλαγών, ενώ η πίστη στον σκοπό θα αναζητήσει τη δύναμη και τους πόρους ώστε να τις επιτύχει.

Προετοιμασία – σχεδιασμός – υλοποίηση, λοιπόν, απαιτούνται για το Εθνικό Σύστημα Υγείας της επόμενης 50ετίας. Οι βασικοί άξονες είναι οι εξής:

• Καταγραφή προσώπων και εξοπλισμού, πλήρης, λεπτομερής, με στοιχεία για την καταλληλότητά τους και συνεχή επικαιροποίηση.

• Διαρκής ενημέρωση της κεντρικής αρχής με έναν πανεθνικό ηλεκτρονικό φάκελο ασθενών, με άμεση εφαρμογή στις μονάδες εντατικής θεραπείας, στις ειδικές μονάδες και στις υπηρεσίες ΤΕΠ – ΕΚΑΒ.

• Η υγεία να είναι κοινό αγαθό όλων, σε όλη την επικράτεια. Λήψη μέτρων εξάλειψης ανισοτήτων ιδιωτικού και δημόσιου συστήματος υγείας, επαρχίας και αστικών κέντρων, νησιωτικής και ηπειρωτικής χώρας.

• Βελτίωση συνθηκών νοσηλείας και αύξηση δυνατοτήτων δημόσιας υγείας (π.χ. εξειδικευμένες επεμβάσεις και εξοπλισμός) ταυτόχρονα με την ενεργητική επιτήρηση και τον έλεγχο των παρεχόμενων υπηρεσιών της ιδιωτικής υγείας (π.χ. ακρίβεια ιατρικών ενδείξεων, παρεχόμενες υπηρεσίες εντατικής ιατρικής).

• Δημιουργία εθνικού συστήματος ενοποίησης των υγειονομικών υπηρεσιών με ένα εξειδικευμένο σύστημα διακομιδών ασθενών, τέτοιας ποιότητας και ασφάλειας όπως η νοσηλεία σε μονάδα εντατικής. Ετσι θα επιτευχθεί η σύζευξη των υγειονομικών δυνατοτήτων της περιφέρειας με εκείνες των τριτοβάθμιων νοσοκομείων ή μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου τομέα.

• Ανακατανομή πόρων (ανθρωπίνων – υλικών) και δυνατοτήτων του με αποκλειστικό γνώμονα τις βέλτιστες υπηρεσίες του βαρέως πάσχοντος ασθενούς.

• Καθηκοντολόγιο για όλους.

• Περιορισμός διοικητικού και βοηθητικού προσωπικού με αξιοποίηση της τεχνολογίας. Οι γιατροί και νοσηλευτές οφείλουν –και απαιτείται– να είναι ο πυρήνας της λειτουργίας του ΕΣΥ.

• Αναβάθμιση της νοσηλευτικής υπηρεσίας ποιοτικά –έπειτα και αριθμητικά–, διότι αυτή αποτελεί την «ψυχή» του συστήματος. Δυστυχώς, σήμερα η πλειονότητα των νοσηλευτών με χαρά θα αντάλλασσε μια «μάχιμη» νοσηλευτική θέση με οποιαδήποτε άλλη θέση εργασίας.

• Οι συνθήκες (υλικοτεχνικές και εργασιακές) είναι ιδιαίτερα σκληρές γι’ αυτούς και η επιθυμία μετεκπαίδευσης πολλών νοσηλευτών κρύβει τον πόθο μιας «τίμιας» διαφυγής από την καθημερινή νοσηλευτική πράξη και όχι τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών.

• Δημιουργία δομών αποσυμπίεσης υπαρχουσών κλινικών (όπως οι κλινικές ημερήσιας νοσηλείας), μονάδων αυξημένης φροντίδας, κέντρων αποκατάστασης, νοσηλείας στο σπίτι.

• Ταυτόχρονα, επαρκής στελέχωση των Κέντρων Αριστείας Ιατρικής, όπως οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, τα εξειδικευμένα διαγνωστικά/επεμβατικά κέντρα, σε λειτουργική διασύνδεση με το εθνικό σύστημα διακομιδών.

• Τέλος, συνεχής ποιοτική αξιολόγηση όλων των παραπάνω: κάθε έκπτωση από τους στόχους να σηματοδοτεί το τέλος τους και την έξοδο από το ΕΣΥ.

• Δημιουργία «μικρού και ευέλικτου» υγειονομικού συστήματος εθνικής εμβέλειας. Καθότι η υγεία «κοστίζει» αλλά είναι «ανεκτίμητη αξία», δεν υπάρχουν περιθώρια σπατάλης υλικών πόρων και κακώς αξιοποιήσιμου ανθρώπινου δυναμικού.

• Επιβάλλεται η δημιουργία μιας «υγειονομικής εφεδρείας κρίσεων» που θα μπορεί να συνδράμει σε ιδιαίτερες καταστάσεις, όπως στην τωρινή πανδημία COVID-19. Αυτή η «εφεδρεία», αποτελούμενη από κλινικούς ιατρούς και νοσηλευτές, θα ενισχύει το έργο των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας, παρέχοντας υψηλού επιπέδου υπηρεσίες στο μεγαλύτερο ποσοστό πολιτών με κάθε διαθέσιμο μέσο.

Προϋπόθεση, η εκπαίδευσή τους μέσω ενός εθνικού συστήματος συνεχιζόμενης ιατρονοσηλευτικής εκπαίδευσης, αξιόπιστα πιστοποιημένου και υποχρεωτικής συμμετοχής, το οποίο θα αποτελεί αναγκαία και απαραίτητη συνθήκη ένταξης και παραμονής στον υγειονομικό χάρτη της χώρας κάθε λειτουργού της υγείας.

* Ο κ. Βασίλειος Μπέκος είναι πλοίαρχος ιατρός Πολεμικού Ναυτικού, εντατικολόγος / αναισθησιολόγος, διευθυντής Μονάδας Εντατικής Θεραπείας στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών και στην Βιοκλινική Αθηνών.

Πηγή: kathimerini.gr

Γεώργιος Χρούσος: Η ζωή μας μετά την καραντίνα – Προληπτικά μέτρα

Πηγή: real.gr