ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. ΧΡΟΥΣΟΣ, MD, MACP, MACE, FRCP.

Ο Γεώργιος Χρούσος είναι Καθηγητής και Διευθυντής της Πρώτης Παιδιατρικής Κλινικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ από το 2010 κατέχει την ΄Εδρα της UNESCO στην Εφηβική Ιατρική (UNESCO Chair on Adolescent Health Care) του ίδιου Πανεπιστημίου.  Από το 2011 κατέχει την Διακεκριμένη ΄Εδρα Τζων Κλούγκε στην Τεχνολογία και Κοινωνία, Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, Ουάσινγκτον, ΗΠΑ (Kluge Distinguished Chair in Technοlogy and Society, Library of Congress, USA).  

Πριν επιστρέψει στην Ελλάδα ήταν Διευθυντής του Τμήματος Παιδιατρικής και Αναπαραγωγικής Ενδοκρινολογίας του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού και της Ανθρώπινης Ανάπτυξης στην Βηθεσδά της Πολιτείας του Maryland και καθηγητής της Παιδιατρικής, Φυσιολογίας και Βιοφυσικής του Πανεπιστημίου Georgetown στην Ουάσινγκτον.

Ο Γ. Χρούσος έχει αναγνωρισθεί παγκοσμίως για την έρευνά του στο μοριακό σύστημα μετάδοσης του σήματος των γλυκοκορτικοειδών στο κύτταρο, στις νόσους του άξονα των επινεφριδίων και στους φυσιολογικούς και μοριακούς μηχανισμούς του στρες. Ο Δρ. Χρούσος έχει συνεισφέρει σημαντικά στη βιοϊατρική βιβλιογραφία και η προσφορά του έχει ανοίξει νέους ορίζοντες σε ένα φάσμα χρόνιων σύμπλοκων διαταραχών του ανθρώπου, όπως η κατάθλιψη, το μεταβολικό σύνδρομο και οι αυτοάνοσες παθήσεις.

Έχει συγγράψει πάνω από 650 πρωτότυπες  επιστημονικές εργασίες και το έργο του έχει αναφερθεί διεθνώς σε πάνω από 52,000 επιστημονικές δημοσιεύσεις, μια αδιάψευστη μαρτυρία της σημασίας και επιρροής της έρευνάς του.  Σύμφωνα με το Institute of Scientific Information, είναι ένας από τους πιο υψηλά αναφερόμενους επιστήμονες στον κόσμο (ISI highly cited) όχι μόνο στην Κλινική Ιατρική, αλλά και στην Βιολογία και Βιοχημεία, και ο υψηλότερα αναφερόμενος κλινικός παιδίατρος και ενδοκρινολόγος παγκοσμίως.  Είναι επίσης ο μοναδικός ΄Ελληνας ιατρός-επιστήμων που συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο των ISI highly cited στην Κλινική Ιατρική, που εμπεριέχει τους 250 πλέον αναφερόμενους ιατρούς-επιστήμονες στον κόσμο.

Ο κ. Χρούσος είναι Master (Μεγάλος Διδάσκαλος) του Αμερικανικού Κολλεγίου Ιατρών (American College of Physicians) και του Αμερικανικoύ Κολλεγίου Ενδοκρινολογίας (American College of Endocrinology) και Εταίρος (Fellow) του Βασιλικού Κολλεγίου Ιατρών της Μεγάλης Βρετανίας (Royal College of Physicians, London, UK). Μεταξύ άλλων, είναι Επίτιμος Διδάκτωρ των Πανεπιστημίων της Λιέγης, Βέλγιο, και Ανκώνας, Ιταλία.

Ο Γ. Χρούσος έχει λάβει πολυάριθμα διεθνή βραβεία για το έργο του, όπως το 1987 Richard E. Weitzman Memorial Award, US Endocrine Society, το  1992 Superior Service Award, U.S. Public Health Service, το 1997 Clinical Investigator Award, US Endocrine Society, τό 1997 Hans Selye Award, Hans Selye Foundation, Montreal, Canada, το First Prize, 1999 Pharmacia-Upjohn International Award for Excellence in Published Clinical Research, US Endocrine Society, το 1999 Novera Herbert Spector Award, International Society for Neuroimmunomodulation, Lugano, Switzerland,  το 2000 Henning Andersen Prize, European Society for Pediatric Endocrinology,  Brussels, Belgium, το 2002 Sir Edward Sharpey-Schafer Medal, British Endocrine Societies, το 2006 Lifetime Achievement Award, International Society for Psycho-Neuro-Endocrinology, Glasgow, UK, το 2007 Henning Andersen Prize, European Society for Pediatric Endocrinology,  Helsinki, Finland και το 2008 Geoffrey Harris Prize in Neuroendocrinology,  European Society of Endocrinology, Berlin, Germany.

Είναι εκλεγμένο μέλος του Ινστιτούτου Ιατρικής της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (Institute of Medicine, The National Academies, Washington, DC, USA) και της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών  (Academia Europaea, London, UK).

Στα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ, ο κ. Χρούσος διεύθυνε ένα από τα μεγαλύτερα προγράμματα εκπαίδευσης στην Ενδοκρινολογία στον κόσμο και υποστήριξε την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία πάνω από 60 σήμερα διαπρεπών και βραβευμένων Ελλήνων και ξένων ιατρών – επιστημόνων. Μετά από 25 χρόνια διακεκριμένης σταδιοδρομίας στις ΗΠΑ, όπου προσέφερε σημαντικά στην Επιστήμη και όπου εκπαίδευσε μια γενιά ηγετών, επέστρεψε στην πατρίδα του όπου ανέλαβε ηγετικό ρόλο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στην Ελληνική και Ευρωπαϊκή Ιατρική Επιστήμη.

Βραβεία / Διακρίσεις
2021 – Elected Member, Sigma Xi (ΣΞ) Scientific Research Honor Society, USA
2021 – Prix Gallien Award in Scientific Research, Athens Greece
2022 – Delbert Fisher Research Scholar Award, US Endocrine Society, Atlanta, GA, USA
2022 – Carl Gemzell Lecture Prize, Uppsala University, Uppsala, Sweeden
2023 – Transatlantic Alliance Award, Endocrine Society και European Society of   Endocrinology, Chicago, Illinois, USA

Θυρεοειδής αδένας

Ο θυρεοειδής αδένας είναι ο μεγαλύτερος ενδοκρινής αδένας του ανθρώπινου σώματος. Εντοπίζεται στην πρόσθια περιοχή του τραχήλου, αποτελείται από 2 λοβούς (δεξιό και αριστερό), οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους με τον ισθμό. Ενίοτε, σε ορισμένους ανθρώπους, υπάρχει και ένα τρίτος λοβός, ο πυραμοειδής, που είναι μια προσεκβολή του θυρεοειδούς προς τα άνω.

Η αρχική ονομασία του θυρεοειδούς ήταν “λαρυγγικός αδένας”. Θυρεοειδής ονομάστηκε το 1656 από τον Warton εξαιτίας του σχήματός του, που μοιάζει με ασπίδα (θυρεός = ασπίς). Η πρώτη αναφορά σε παθολογία του αδένα έγινε το 1786, όταν ο Parry μίλησε για υποθυρεοειδισμό και βρογχοκήλη.

Ο θυρεοειδής αδένας παράγει τρεις ορμόνες: 1) τη θυροξίνη ή τετραϊωδοθυρονίνη (Τ4) και 2) την τριιωδοθυρονίνη (Τ3) που ρυθμίζουν το μεταβολισμό όλων των ιστών, και 3) την καλσιτονίνη που ελαττώνει τα επίπεδα του ασβεστίου του αίματος. Η σύνθεση και η έκκριση των θυρεοειδικών ορμονών ρυθμίζεται από τη θυρεοειδοτρόπο ορμόνη (TSH) που παράγεται στην υπόφυση, η οποία, με τη σειρά της, εξαρτάται από την έκκριση της θυρεοεκλυτικής ορμόνης (TRH) που παράγεται στον υποθάλαμο. Απαραίτητο για τη σύνθεση θυρεοειδικών ορμονών είναι το ιώδιο, το οποίο βρίσκεται συγκεντρωμένο στο θυρεοειδή.

ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΙΟ ΣΥΧΝΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΕΚΔΗΛΩΝΟΝΤΑΙ

Οι πιο συχνά εμφανιζόμενες παθήσεις του θυρεοειδούς είναι ο υποθυρεοειδισμός όπου εμφανίζεται προοδευτικά έντονη κούραση και σωματική αδυναμία, νωθρότητα, αργός ρυθμός ομιλίας, βραχνάδα, ιδιαίτερη ευαισθησία στο κρύο, δυσκοιλιότητα, αύξηση του βάρους και ξηροδερμία. Στον υπερθυρεοειδισμό το άτομο παραπονιέται για αυξημένη νευρικότητα, τρόμο στα άκρα, αϋπνίες, ταχυκαρδία, εύκολο λαχάνιασμα και κόπωση. Δεν ανέχεται τη ζέστη, και είναι χαρακτηριστικό ότι η όρεξή του είναι αυξημένη και ενώ τρώει συνήθως πολύ, χάνει βάρος και αδυνατίζει! Όταν η νόσος προσβάλει τα μάτια, οι ασθενείς εμφανίζουν εξόφθαλμο (προπέτεια των οφθαλμών). Γενικά ο υπερθυρεοειδισμός είναι μια κατάσταση κατά την οποία έχουμε ένα «ζωηρό» θυρεοειδή που εκκρίνει μεγαλύτερες από το φυσιολογικό ποσότητες θυρεοειδικών ορμονών και ο υποθυρεοειδισμός, κατάσταση κατά την οποία ο θυρεοειδής «τεμπελιάζει» και εκκρίνει μειωμένη ποσότητα ορμονών.  Ο όρος βρογχοκήλη που τόσο συχνά ακούγεται στις παθήσεις του θυρεοειδούς, αναφέρεται στο μέγεθος του αδένα και απλά σημαίνει διόγκωσή του, που γίνεται εύκολα αντιληπτή ως πρήξιμο στο λαιμό και προκαλεί πολλές φορές ανησυχία στον ασθενή. Τέλος μπορεί να εμφανιστεί σε κάποιο σημείο μέσα στο θυρεοειδικό ιστό ένα ή περισσότερα ογκίδια, που ονομάζονται όζοι. Οι όζοι είναι συνήθως στρογγυλοί και πιο σκληροί από τον αδένα και αποτελούν αποτέλεσμα τοπικής υπερπλασίας του αδένα με ίνωση ή κύστη ή καλοήθη όγκο. Έχει μεγάλη σημασία η παρακολούθηση αυτών των όζων, γιατί κάποιοι από αυτούς, ευτυχώς λίγοι, μπορεί να κρύβουν κακοήθεια

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ

Πρόκειται για μια μορφή καρκίνου (< 1% όλων των καρκίνων ) έχει καλή πρόγνωση και διακρίνεται σε δύο μορφές:

Το μυελοειδές καρκίνωμα, που προέρχεται από τα παραθυλακιώδη κύτταρα και είναι το λιγότερο συχνό, και τα καρκινώματα που προέρχονται από τα θυλακιώδη κύτταρα και είναι τα συχνότερα (θηλώδη και θυλακιώδη καρκινώματα).

Στις περισσότερες περιπτώσεις ανευρίσκεται τυχαία, υπό μορφή μονήρους όζου (τοπικής διόγκωσης) μετά από κλινική εξέταση ή μετά από παρατήρηση του ίδιου του ασθενή ή κάποιου ατόμου του περιβάλλοντός του. Κάποιες φορές η διάγνωση γίνεται μετεγχειρητικά, μετά από αφαίρεση του αδένα, που έγινε για θεραπεία βρογχοκήλης.

Η πιο αποτελεσματική προεγχειρητική μέθοδος για τη διαφορική διάγνωση μεταξύ καλοήθους όζου και καρκίνου είναι η κυτταρολογική εξέταση υλικού από παρακέντηση με λεπτή βελόνα (FNA), αν και σε κάποιες περιπτώσεις απαιτείται ιστολογική διάγνωση, δηλαδή αυτή που προκύπτει μετά την χειρουργική αφαίρεση του αδένα. Οι περισσότεροι ασθενείς υποβάλλονται αρχικά σε θυρεοειδεκτομή, και όλοι μετεγχειρητικά λαμβάνουν ορμονοθεραπεία. Μερικοί ασθενείς πρέπει να λάβουν ραδιενεργό ιώδιο, ενώ σπάνια προτείνεται ακτινοθεραπεία και ακόμη πιο σπάνια, χημειοθεραπεία.

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ Ο ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΟΣ

Για την σωστή διάγνωση και αντιμετώπιση των παθήσεων του θυρεοειδούς είναι απαραίτητο:

  • Λήψη του ιατρικού ιστορικού.

Σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από όλο και μεγαλύτερα επιτεύγματα της τεχνολογίας, μερικές φορές είναι δύσκολο να πιστέψουμε πως το ιατρικό ιστορικό του ασθενούς εξακολουθεί να είναι το πιο σημαντικό τμήμα της διαγνωστικής διαδικασίας. Το ιατρικό ιστορικό παραμένει ο σημαντικότερος δείκτης, γιατί δείχνει το δρόμο προς τις διαδικασίες που είναι οι πιο ενδεδειγμένες για την κάθε περίπτωση.

  • Γενική αντικειμενική εξέταση του ασθενούς εστιάζοντας στην εύρεση σημείων που υποδηλώνουν δυσλειτουργία του θυρεοειδούς
  • ψηλάφηση του θυρεοειδούς.

 

ΠΟΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΠΑΘΕΙΑΣ

Οι εξετάσεις του θυρεοειδούς που βοηθούν στην επιβεβαίωση της κλινικής μας διάγνωσης περιλαμβάνουν

  • Αιματολογικός έλεγχος με:

fT4 (ελεύθερη θυροξίνη) -T4 (θυροξίνη), Τ3 (τριϊωδοθυρονίνη): οι παραγόμενες από το θυρεοειδή ορμόνες ή/και τα βιολογικά δραστικά κλάσματά τους.

TSH (θυρεοτρόπος ορμόνη) : η υποφυσιακή ορμόνη που ρυθμίζει τη λειτουργία του θυρεοειδούς, από τη μέτρηση της οποίας εξάγονται συμπεράσματα για την υπο/υπερ- λειτουργία του.

Αnti-TPO (αντιθυρεοειδικά αντισώματα), anti-TG (αντιθυρεοσφαιρινικά αντισώματα) : τα κύρια αντιθυρεοειδικά αντισώματα. Οι αναλύσεις μπορούν να προβλέψουν αρχόμενη δυσλειτουργία του αδένα και χρησιμοποιούνται για τη διαπίστωση της θυρεοειδίτιδας Hashimoto και της ασθένειας Graves  (μπορεί να είναι αναγκαίος και ο προσδιορισμός των αντισωμάτων  έναντι του TSH- ΤSI)

 

Θυρεοσφαιρίνη (TG), καλσιτονίνη (CT), CEA (καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο) : δείκτες με τους οποίους μπορούν να ανιχνευθούν νεοπλασίες και καρκινώματα στον αδένα. Οι αναλύσεις προτείνονται σε περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις νεοπλασματικού νοσήματος.

  • Απεικονιστικός έλεγχος με:

Υπερηχογράφημα,

Σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς αδένα, 

Αξονική ή μαγνητική τομογραφία

3) Παρακέντηση υπό καθοδήγηση υπερήχων, όταν υπάρχει όζος.

Η καθεμιά από τις παραπάνω εξετάσεις έχει την ιδιαίτερη ένδειξή της ανάλογα με την κλινική εικόνα της θυρεοειδικής νόσου. Για την παρακέντηση αξίζει να αναφέρουμε ότι είναι πλέον πρώτης γραμμής εξέταση στη διερεύνηση των όζων του θυρεοειδούς. Η διαδικασία είναι απλή, γρήγορη, χωρίς πόνο και χωρίς κίνδυνο να γίνει διασπορά καρκινικών κυττάρων σε περίπτωση κακοήθους όζου.

ΠΡΟΛΗΨΗ, ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΘΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ

Η αξιολόγηση της θυρεοειδικής λειτουργίας σε ασυμπτωματικούς ασθενείς ενδείκνυται στις παρακάτω κατηγορίες ατόμων:

  • Γυναίκες στην αρχή της εγκυμοσύνης ή νωρίτερα εάν υπάρχει οικογενειακή προδιάθεση για θυρεοειδοπάθεια
  • Άτομα που πάσχουν από άλλα αυτοάνοσα νοσήματα (π.χ ρευματοειδής αρθρίτιδα, λεύκη, κοιλιοκάκη, νόσος του Crohn, κατά πλάκα σκληρυνση, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, ανεπάρκεια των επινεφριδίων)
  • Άτομα με συγγενείς πρώτου βαθμού που πάσχουν από θυρεοειδοπάθεια
  • Γυναίκες στην εμμηνοπαυσιακή ηλικία και γενικώς άτομα > 65 χρονών

Οι περισσότερες παθήσεις του θυρεοειδούς αντιμετωπίζονται επαρκώς με φαρμακευτική αγωγή. Η παρακολούθηση θα πρέπει να είναι συστηματική, για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. Η χειρουργική αντιμετώπιση αποτελεί λύση όταν τα αποτελέσματα είναι ανεπαρκή με τα φάρμακα ή όταν πρέπει να εξαιρεθεί ο θυρεοειδής (πχ σε ευμεγέθη ή/και καταδυόμενη βρογχοκήλη με συμπιεστικά συμπτώματα ή σε καρκίνο).