ΥΠΕΡΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ

Ο υπερθυρεοειδισμός συμβαίνει όταν ο θυρεοειδής μας λειτουργεί περισσότερο απ’ ότι θα έπρεπε, εκκρίνοντας υπερβολικές ποσότητες ορμονών. Αυτό επιφέρει αύξηση του μεταβολισμού και εμφάνιση διάφορων συμπτωμάτων που ανάλογα με την βαρύτητα της κατάστασης μπορεί να γίνουν λιγότερο ή περισσότερο αντιληπτά από τον ασθενή.

Τι είναι όμως ο θυρεοειδής αδένας;  

Ο θυρεοειδής βρίσκεται στην μπροστινή επιφάνεια του τραχήλου (λαιμού), έχει το σχήμα πεταλούδας και πολλές φορές γίνεται ορατός κατά την διάρκεια της κατάποσης (τον βλέπουμε να ανεβοκατεβαίνει). Παράγει ορμόνες, τριιωδοθυρονίνη (Τ3) και θυροξίνη (Τ4) οι οποίες διαχειρίζονται επί το πλείστον την ενέργεια που χρησιμοποιεί και αποθηκεύει ο οργανισμός μας, με λίγα λόγια τον μεταβολισμό μας. Ο θυρεοειδής όμως ελέγχεται από έναν αδένα που βρίσκεται στον εγκέφαλο, την υπόφυση, η οποία παράγοντας θυροτροπίνη (TSH) διεγείρει την έκκριση των θυρεοειδικών ορμονών (Τ4,Τ3).  Αυτοί οι δύο αδένες βρίσκονται συνεχώς σε στενή συνεργασία και οποιαδήποτε λειτουργική διαταραχή του θυρεοειδούς επηρεάζει αντιστρόφως ανάλογα την έκκριση της TSH.

Ποια  είναι τα αίτια του Υπερθυρεοειδισμού;

  1. Νόσος του Graves. Είναι η πιο συχνή αιτία υπερλειτουργίας του θυρεοειδούς ιδιαίτερα στο γυναικείο φύλο και κατά την διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας (20-40 χρόνων). Μπορεί όμως να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία στους άνδρες και στις γυναίκες. Ως αυτοάνοσο νόσημα, δηλαδή το ανοσοποιητικό μας σύστημα παράγει ένα αντίσωμα που διεγείρει τον θυρεοειδή μας, μπορεί να συνυπάρχει με άλλα αυτοάνοσα νοσήματα στον ίδιο ασθενή (Νόσο του Crohn, ρευματοειδή αρθρίτιδα, κοιλιοκάκη, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1  κλπ). Επίσης, όπως γενικά συμβαίνει στις αυτοάνοσες παθήσεις, υπάρχει οικογενειακή προδιάθεση. Μερικοί ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν πρόβλημα στα μάτια (θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια ή οφθαλμοπάθεια Graves) με εξόφθαλμο, ξηροφθαλμία, οίδημα, διπλωπία μέχρι και απώλεια της όρασης στις σοβαρότερες μορφές. Ένας από τους παράγοντες κινδύνου εμφάνισης και επιδείνωσης της οφθαλμοπάθειας θεωρείται το κάπνισμα.
  2. Ένας ή περισσότεροι όζοι του θυρεοειδούς που μπορούν με τα χρόνια να αυτονομηθούν,  παράγοντας περισσότερες θυρεοειδικές ορμόνες και επομένως να προκαλέσουν υπερθυρεοειδισμό. Είναι αυτό που εμείς οι Ενδοκρινολόγοι αποκαλούμε τοξικό αδένωμα ή τοξική πολυοζώδη βρογχοκήλη και που στο σπινθηρογράφημα απεικονίζονται ως θερμοί όζοι.
  3. Στην περίπτωση που ο υπερθυρεοειδισμός οφείλεται σε φλεγμονή και καταστροφή του παρεγχύματος είτε αυτοάνοσης αιτιολογίας  (θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό) είτε πιθανούς ιογενούς αιτιολογίας, συνήθως μετά από ίωση του άπω αναπνευστικού συστήματος (υποξία θυρεοειδίτιδα).
  4. Φάρμακα: αμιοδαρόνη, ιντερφερόνη, λίθιο
  5. Υπερβολικές δόσεις θυροξίνης

 

Ποια είναι τα συμπτώματα του Υπερθυρεοειδισμού;

 

  1. Απώλεια βάρους με κανονική ή αυξημένη όρεξη
  2. Ταχυκαρδία μέχρι και καρδιακή αρρυθμία
  3. Διαρροικές κενώσεις
  4. Άγχος, εκνευρισμός, δυσκολία στον ύπνο
  5. Τρόμος στα χέρια, εφίδρωση, δυσανεξία στην ζέστη
  6. Κούραση, αδυναμία
  7. Διαταραχές έμμηνου ρύσης

 

Διάγνωση

Η διάγνωση γίνεται με εξετάσεις αίματος : TSH, Ft4, T3 (Ft3) και απεικονιστικό έλεγχο με σπινθηρογράφημα. Μπορεί να χρειαστεί επιπλέον η μέτρηση των αντισωμάτων (TSI, anti-TPO & anti-TG) και υπερηχογράφημα θυρεοειδούς με triplex για τον έλεγχο της ενδοθυρεοειδικής αγγείωσης.

Θεραπεία

Τρεις είναι οι επιλογές

  1. Αντιθυρεοειδικά φάρμακα
  2. Ραδιενεργό ιώδιο
  3. Χειρουργική επέμβαση

Η ηλικία, η σοβαρότητα, η αιτία του υπερθυρεοειδισμού αλλά και η προτίμηση του ασθενούς παίζουν ρόλο στην επιλογή της κατάλληλης θεραπείας.

Φαρμακευτική αγωγή

Δύο είναι οι κατηγορίες φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στην θεραπεία του υπερθυρεοειδισμού.

Τα αντιθυρεοεικά όπως μεθιμαζόλη (unimazole), καρβιμαζόλη (Thyrostat) και προπυλοθειουρακίλη (prothuril) τα οποία μειώνουν την παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών. Συνήθως προτιμούμε τα δύο πρώτα λόγω λιγότερων ανεπιθύμητων ενεργειών με μόνη εξαίρεση το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης που χορηγούμε προπυλοθειουρακίλη.

Τα αντιθυρεοειδικά φάρμακα χορηγούνται: α) για ένα μικρό διάστημα με στόχο να καταστήσουν  τον ασθενή ευθυρεοειδικό πριν από το χειρουργείο ή το ραδιενεργό ιώδιο (συνήθως στην δεύτερη περίπτωση τα φάρμακα διακόπτονται μερικές μέρες πριν την λήψη ιωδίου για να αυξηθεί η πρόσληψη του ραδιοφαρμάκου και να γίνει εφικτή η καταστροφή τους θυρεοειδούς).   β) για μεγαλύτερο διάστημα (1-2 χρόνια) όπως στην Νόσο Graves με σκοπό να επιτύχουμε την ίαση (συνήθως 30% μέχρι και 50-60% των ασθενών στις ηπιότερες μορφές της νόσου). Μετά την διακοπή μπορεί να υπάρξει υποτροπή ακόμα και έπειτα από χρόνια, οπότε τις περισσότερες φορές θα χρειαστεί να προβούμε σε μια από τις δύο μόνιμες θεραπείες, θυρεοειδεκτομή ή ραδιενεργό ιώδιο. Όλα τα αντιθυρεοειδικά φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν παρενέργειες για τις οποίες θα πρέπει να σας ενημερώσει ο ιατρός σας και περιοδικά να ελέγχει κάποιους βιοχημικούς δείκτες. Κατά την διάρκεια της αντιθυρεοειδικής αγωγής ο έλεγχος της θυρεοειδικής λειτουργίας πρέπει να γίνεται, τουλάχιστον αρχικά κάθε 1-2 μήνες.

Οι βήτα- αποκλειστές (κυρίως προπανολόλη) είναι η δεύτερη κατηγορία φαρμάκων και χορηγούνται με στόχο την καταπράυνση των συμπτωμάτων (ταχυκαρδίες, τρόμος, εκνευρισμός) μειώνοντας σταδιακά την δόση μέχρι να επιτευχθεί ο έλεγχος του υπερθυρεοειδισμού.

Ραδιενεργό Ιώδιο

Το ραδιενεργό ιώδιο χορηγείται σε υγρή μορφή ή σε κάψουλα και αποσκοπεί στην καταστροφή του θυρεοειδικού παρεγχύματος, συνήθως εντός 6-18 εβδομάδων. Σε άτομα με σοβαρά συμπτώματα, μεγαλύτερης ηλικίας και σε εκείνα με καρδιολογικά προβλήματα θα πρέπει να προηγείται, όπως προαναφέρθηκε, ένα διάστημα αντιθυρεοειδικής αγωγής η οποία διακόπτεται λίγες μέρες πριν την θεραπεία. Οι περισσότεροι ασθενείς μετά το ραδιενεργό ιώδιο γίνονται υποθυρεοειδικοί και πρέπει να λαμβάνουν εφόρου ζωής θεραπεία υποκατάστασης με θυροξίνη. Από την άλλη, 10-20% των ασθενών μπορεί χρειαστούν και δεύτερη δόση για να θεραπευθούν, συνήθως είναι εκείνοι με σοβαρότερο υπερθυρεοειδισμό και αδένα μεγάλων διαστάσεων. Μερικοί ασθενείς με Νόσο Graves μπορεί να παρουσιάσουν επιδείνωση της οφθαλμοπάθειας μετά το ραδιενεργό ιώδιο, κυρίως οι καπνιστές. Οι ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπευτικό ιώδιο θα πρέπει να αποφεύγουν την κοντινή επαφή με παιδιά και εγκύους για 3 με 7 μέρες μετά την θεραπεία. Η εγκυμοσύνη και ο θηλασμός αποτελούν απόλυτη αντένδειξη για τη λήψη ιωδίου, ενώ οι γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία καλό είναι να καθυστερήσουν τυχόν εγκυμοσύνη τουλάχιστον 6 μήνες (προτιμάται περισσότερο) μετά το ραδιενεργό ιώδιο.

Χειρουργική επέμβαση θυρεοειδεκτομής

Προτείνεται ως πρώτη επιλογή

  • ‘Όταν πρόκειται για ευμεγέθη βρογχοκήλη (θυρεοειδής αυξημένων διαστάσεων) με συμπιεστικά φαινόμενα στον τράχηλο
  • Μη δυνατότητα χορήγησης αντιθυρεοειδικής αγωγής λόγω σοβαρών παρενεργειών
  • Παρουσία όζου, ύποπτου για κακοήθεια.
  • Προτίμηση του ασθενούς

Τον πρώτο καιρό μετά το χειρουργείο ο ασθενής χρήζει τακτική παρακολούθηση της θυρεοειδικής λειτουργίας και του ασβεστίου στο αίμα. Όταν επιτευχθεί άριστη ρύθμιση η παρακολούθηση γίνεται 1-2 φορές το χρόνο. Καλό είναι να γνωρίζουν οι ασθενείς ότι συνήθως η χειρουργική επέμβαση καθιστά αναγκαία την θεραπεία υποκατάστασης με θυροξίνη εφόρου ζωής.