Κι όμως, το στρες μετριέται!

Το στρες δεν αφήνει μόνο ψυχικά, αλλά και σωματικά σημάδια. Κι όμως, παραμένει συχνά αόρατο. Για χρόνια οι επιστήμονες προσπαθούσαν να το εντοπίσουν μέσα από εξετάσεις αίματος ή ερωτηματολόγια. Σήμερα, μια νέα προσέγγιση δείχνει ότι η απάντηση μπορεί να κρύβεται αλλού: στο σπλαχνικό λίπος, στη χαμηλή μυϊκή μάζα και στη δραστηριότητα του παρασυμπαθητικού νευρικού συστήματος.

Τρεις δείκτες που «προδίδουν» το πραγματικό αποτύπωμα του στρες στον οργανισμό, όπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο διεθνώς διακεκριμένος γιατρός, καθηγητής και ακαδημαϊκός Γιώργος Χρούσος. Τον συναντήσαμε στην Ενδοκρινολογική Μονάδα του Πανεπιστημίου Αθηνών, εκεί όπου αποκαλύπτει αυτό το ύπουλο φορτίο που κουβαλούν όχι μόνο οι ενήλικοι, αλλά και τα παιδιά.

Η διαδικασία μέτρησης είναι απλή, γρήγορη και ανώδυνη — διαρκεί λιγότερο από έξι λεπτά και θυμίζει καρδιογράφημα. Τοποθετούνται τέσσερα ηλεκτρόδια στο δεξί χέρι και πόδι και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα συλλέγονται δεδομένα όπως τα επίπεδα κοιλιακού λίπους, η λιπώδης διήθηση των μυών και του ήπατος, η μυϊκή και οστική μάζα. Έπειτα μετράται η ποικιλότητα του καρδιακού ρυθμού (heart rate variability), που δείχνει τη λειτουργία του παρασυμπαθητικού συστήματος — δηλαδή του μηχανισμού που φροντίζει την ηρεμία του σώματος.

Στην τελική ανάλυση λαμβάνονται υπόψη και οι απαντήσεις των ασθενών σε ειδικό ερωτηματολόγιο για συνήθειες όπως ύπνος, άσκηση και πιθανές ενοχλήσεις (π.χ. νυχτερινή εφίδρωση).

Ο κ. Χρούσος εξηγεί ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς στρες. Είναι μηχανισμός επιβίωσης που ενεργοποιείται όταν προσπαθούμε να ελέγξουμε το περιβάλλον. Όμως, όταν διατηρείται για καιρό, διαταράσσει τη σωματική και ψυχική ομοιόσταση.

Διευκρινίζει ότι το στρες δεν είναι πάντα αρνητικό — μπορεί να μας βοηθήσει να αντεπεξέλθουμε σε δύσκολες καταστάσεις, αρκεί να είναι προσωρινό. Όταν όμως γίνεται χρόνιο, προκαλεί ψυχική δυσφορία, κόπωση, διαταραχές ύπνου και συγκέντρωσης, προβλήματα μνήμης και ακόμη και καταθλιπτικά συμπτώματα.

Η συνεχής υπερέκκριση των χημικών μεσολαβητών του στρες (όπως η κορτιζόλη) προκαλεί αλλαγές στον εγκέφαλο και στο σώμα, οδηγώντας σε φλεγμονή, απώλεια μυϊκής μάζας (σαρκοπενία) και αύξηση ενδοκοιλιακού λίπους.

Σύμφωνα με τον κ. Χρούσο, το χρόνιο στρες αποτελεί αιτιακή βάση για πολλά χρόνια μη μεταδιδόμενα νοσήματα — όπως η κατάθλιψη, η παχυσαρκία, το μεταβολικό σύνδρομο, η υπέρταση, οι δυσλιπιδαιμίες, ο διαβήτης τύπου 2, τα αλλεργικά και αυτοάνοσα νοσήματα και ο καρκίνος.

Τα δεδομένα δείχνουν ότι το στρες έχει εξελιχθεί σε υγειονομική βόμβα:

  • Τα ⅔ των ατόμων μέσης ηλικίας παρουσιάζουν Σύνδρομο Χρόνιου Στρες και Φλεγμονής.

  • Τα χρόνια μη μεταδιδόμενα νοσήματα που σχετίζονται με το στρες είναι η Νο1 αιτία θανάτου και αναπηρίας παγκοσμίως.

  • Κάθε χρόνο 41 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν εξαιτίας τους.

  • Οι ετήσιοι θάνατοι αναμένεται να φτάσουν τα 52 εκατομμύρια έως το 2030.

  • Στην Ευρώπη, το 80% της συνολικής επιβάρυνσης από ασθένειες οφείλεται σε αυτά τα νοσήματα.

Ο καθηγητής επισημαίνει ότι η μέτρηση του στρες σύντομα θα ενταχθεί στην καθημερινή ιατρική πράξη — όπως σήμερα η γενική αίματος. «Αν μπλοκάρεις το στρες», τονίζει, «αντιμετωπίζεις και όλες αυτές τις ασθένειες».

Ωστόσο, προσθέτει πως η κατάσταση δεν είναι μη αναστρέψιμη. Η αντιμετώπιση του στρες είναι εφικτή, αρκεί να αλλάξει ο τρόπος ζωής.

🔹 Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε το στρες

  1. Αλλαγή τρόπου ζωής — σωστή διατροφή, τακτική άσκηση, επαρκής ύπνος και κοινωνική υποστήριξη.

  2. Εκπαίδευση σε δεξιότητες ζωής — όπως διαχείριση συναισθημάτων και επίλυση προβλημάτων.

  3. Εκπαίδευση σε τεχνικές χαλάρωσης — όπως αναπνοές, προοδευτική μυϊκή χαλάρωση, διαλογισμός ή ενσυνειδητότητα (mindfulness).

  4. Επαγγελματική υποστήριξη — ψυχοθεραπεία, γνωστική–συμπεριφορική θεραπεία κ.ά.

Ο ίδιος καταλήγει λέγοντας ότι χρειάζεται η ιατρική του τρόπου ζωής να ενσωματωθεί στην εκπαίδευση, «ώστε το κακό να κοπεί από τη ρίζα».

*Της Μάρθας Καϊτανίδη

ΠΗΓΗ